Σκέψεις μετά την ανάγνωση του βιβλίου Νορβηγικό Δάσος (Norwegian Wood): Τεράστιο καλάθι κρατείς Γιώργο μου, ενώ το πουλάκι έχει πετάξει (αν υπήρχε ποτέ πουλάκι για να πετάξει).
...και για πρώτη φορά γράφομαι στη Δημοτική Δανειστική Βιβλιοθήκη της πόλης, είχε προηγηθεί μια μικρή περίοδος δύο ετών που πηγαινοερχόμουν στην αντίστοιχη, μικρότερη, των Σαράντα Εκκλησιών. Ο λόγος; Ένα δίτομο ογκώδης έργο που αδυνατώ να βρω μεταχειρισμένο ή σε κάποια λογική τιμή στις ηλεκτρονικές αγορές. Μαζί με την πλαστικοποιημένη κάρτα και το διπλό βιβλίο που από το 2016 είχε δανειστεί μία φορά κάποιος με ανανέωση το 2017 κι άλλη μια φορά κάποιος ή κάποια πριν δυο χρόνια, εκεί κοντά στο γράμμα Μ και στα γειτονικά ράφια με αυτό που γύρευα πιάνει το μάτι μου, δίνει εντολή ο εγκέφαλος και εκτελεί το χέρι μου (πρέπει να ήταν τ' αριστερό αν μπορώ τώρα να σχηματίσω στη θύμησή μου) τα δυο βιβλία του Ιάπωνα που μόλις την προηγούμενη εβδομάδα σκεφτόμουν και συζητούσα. Άτυχη σύμπτωση ν' αρχίζει απ' το ίδιο γράμμα κι αυτού το επίθετο τελικά.
Στο σπίτι αφήνω στην άκρη τον Κλόουν του Μπελ, αν κι ήταν ένα βιβλίο που με κέρδισε μετά από καιρό (μου λείπει πάλι η παλιά καλή εξάσκηση) και πάω σε ταυτόχρονη ροή το Νορβηγικό Δάσος. Δεν πέφτω στην εντυπωσιακή παγίδα της χρήσης του Μπιτλικού τραγουδιού. Ούτε στη συνεχή χρήση κι εναλλαγή τζαζ με Μπιτλς παράλληλα με σοφτ πορνό στο κρυμμένο με κάλυμμα γκρι εξώφυλλο των εκδόσεων Ωκεανίδα. Χρόνια τώρα ήξερα ότι αυτό το τόσο δήθεν γυαλιστερό γκρι (το γκρι θα 'ναι πάντα γκρι, όσες αποχρώσεις κι αν θες να του αποδώσεις) με τις παλ γραμματοσειρές φιλοξενεί ανούσια σύγχρονα άρλεκιν δήθεν χειραφετημένων αναγνωστριών και των ξυρισμένων wanna-be συντρόφων τους. Ένα τεράστιο τίποτα, αψυχολόγητα εκταμιευμένο στις προτιμήσεις και το ίδιο εκτεταμένο σε τετρακόσιες τόσες σελίδες... Το μάρκετινγκ εκτέλεσε σωστά τις μελετημένες κινήσεις, το είχε πετύχει με την Ιζαμπέλλα έξω και τη Μαντά μέσα, κυκλοφορεί εγχειρίδιο πια στις λέσχες ανάγνωσις (sic) συνταξιούχων κορασίδων (ξε-σικ) και στα σεμινάρια δημιουργικής γραφής (emeto-stop): πως να κάνετε τον αναγνώστη να τελειώσει χωρίς να τον ακουμπήσετε, ή αλλιώς πως να ξεράσεις χωρίς δάχτυλο.
(#mercymercyme που 'λεγε κι ο δολοφονημένος)