23 Απρ 2024

Οι Οχιές (Le Noed De Viperes) - Francois Mauriac, 1932

- Αλίμονο! δεν θα ήμουν ικανός να καταστραφώ! Δε θα κατάφερνα ποτέ να χάσω τα λεφτά μου! Ας ήταν δυνατό να μου τα βάλουν στον τάφο μου, να ξαναγυρίσω στη γη σφίγγοντας στην αγκαλιά μου αυτό το χρυσάφι, αυτά τα χαρτονομίσματα, αυτά τα χρεόγραφα! Ας μπορούσα να διαψεύσω αυτούς που κηρύττουν πως τ' αγαθά αυτού του κόσμου δε μας ακολουθούν και στο θάνατο!

- Όλα γίνονται χωρίς πολλού καυγάδες: ο φόβος μήπως χάσουν στη μοιρασιά, τους έκανε να φτάσουν ως το σημείο να μοιράζονται και τα τραπεζομάντιλα και σερβίτσια των γυαλικών. Θα προτιμούσαν να κόψουν στην μέση ένα χαλί, παρά να τ' αφήσουν σ' έναν μονάχα. Προτιμούν να ξεταιριαστούν όλα, παρά να πάρει ένας κάτι πιο πολύ απ' τον άλλο. Είναι αυτό που ονομάζουν πάθος για το δίκιο. Σ' όλη τους τη ζωή θα ντύνουν με όμορφα ονόματα τα πιο ταπεινά αισθήματα... 

- Στην πραγματικότητα, κανένας δεν περπατά χωρίς μάσκα, κανένας. Οι περισσότεροι προσποιούνται τους μεγάλους, τους ευγενείς. Χωρίς να το ξέρουν, αντιγράφουν μυθιστορηματικούς τύπους, ή άλλους. Οι καλοί το ξέρουν, που μισούνται και αλληλοπεριφρονούνται τόσο, γιατί βλέπονται. Ποτέ δε θα είχα τόσο περιφρονηθεί, αν δεν είχα τόσο δοθεί, τόσο απροσποίητος, τόσο γυμνός.