30 Απρ 2012

πόσος χαμένος χρόνος
αν τον μαζέψω
θα μπορούσα να ...

24 Απρ 2012

κατάνυξη

Ω Πόνε μου, φρονίμεψε κι ησύχασε λιγάκι.
Να ‘ρθει το Βράδυ ζήταγες, και να το, κατεβαίνει:
μια ατμόσφαιρα σκοταδερή στην πόλη είν’ απλωμένη,
σ’ άλλους γαλήνη φέρνοντας και σ’ άλλους το σαράκι.
Κι ενόσω των θνητών αυτών τα ταπηνά τα πλήθη,
κάτω από την Ηδονή βογκούν σαν από δήμιο κάτω,
και πάνε τύψεις για να βρούν μες στων γλεντιών τη λήθη,
Πόνε μου δώσ’ το χέρι σου και πάμε παρακάτω,
μακριά απ’ αυτούς. Για κοίταξε στα ουράνια εκεί μπαλκόνια,
μες στους αρχαίους μανδύες τους γέρνουν τα πρώτα χρόνια,΄
κι η Νοσταλγία απ’ τα βαθιά νερά χαμογελάει.
ο Ήλιος πάει να σβήσει ωχρός κάτω από μιά αψίδα,
και σέρνοντας προς την Αυγή σαβάνου μια χλαμύδα,
ω Πόνε μου, άκου τη γλυκιά Νύχτα που περπατάει!

15 Απρ 2012

When the streets are cold and lonely
And the cars they burn below me
Are you all alone
Is anybody home?

14 Απρ 2012

Ετσι τους βλέπω εγώ τους κήπους.

Στον κήπο απόψε μου μιλεί μια νέα μελαγχολία.
Βυθίζει κάποια μυγδαλιά τον ανθοχαμόγελό της
στου βάλτου το θολό νερό. Και η θύμηση τής νιότης
παλεύει τόσο θλιβερά την άρρωστη ακακία...

Εξύπνησε μια κρύα πνοή μες στη σπασμένη σέρα,
όπου τα ρόδα είναι νεκρά και κάσα η κάθε γάστρα.
Το κυπαρίσσι, ατελείωτο σα βάσανο, προς τ' άστρα
σηκώνει τη μαυρίλα του διψώντας τον αέρα.

Και πάνε, πένθιμη πομπή λες, της δεντροστοιχίας
οι πιπεριές και σέρνονται τα πράσινα μαλλιά τους.
Οι δύο λατάνιες ύψωσαν μες στην απελπισία τους
τα χέρια. Κι είναι ο κήπος μας κήπος μελαγχολίας.

(Άνοιξη, Κώστας Καρυωτάκης, 1919 - 'Ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραμάτων')

9 Απρ 2012

7 Απρ 2012

φαντάσου!
να σταλάξει αρμύρα από άγριο μέλι...

6 Απρ 2012

Δὲν εἴμαστε ποιητὲς
Σημαίνει ἐγκαταλείπουμε τὸν ἀγῶνα
Παρατᾶμε τὴ χαρὰ στοὺς ἀνίδεους
Τὶς γυναῖκες στὰ φιλιὰ τοῦ ἀνέμου
Καὶ στὴ σκόνη τοῦ καιροῦ
Σημαίνει πὼς φοβόμαστε
Καὶ ἡ ζωή μας ἔγινε ξένη
Ὁ θάνατος βραχνάς.
(Γιῶργος Σαραντάρης)

3 Απρ 2012

Τὸ δέντρο τῶν ἀγνοημάτων

Μιὰ συμφορὰ τυλίγεται στὸ δέντρο.
Ὅλοι οἱ ἀδικούμενοι δέντρα εἶναι
ἂν τὸ προτίμησαν αὐτό, μονάχα ν᾿ ἀδικοῦνται.
Ἡ συμφορὰ μὲ γήινο χρῶμα
τυλίγεται στὸ δέντρο.
Ὢ δύναμη τῆς ζωῆς
λιῶσε τῆς συμφορᾶς τὸ κεφάλι.
(Νίκος Καροῦζος (1926-1990), Ναύπλιo)

2 Απρ 2012